Πως βρισκω τον Άλλο?

    


    Πώς βρίσκω τον Άλλο? Προχωράμε στη ζωή και προσπερνάμε αμέτρητους ανθρώπους στο διάβα μας, άλλοτε ρίχνοντάς τους κλεφτές ματιές και άλλοτε καρφώνοντας το βλέμμα μας πάνω σε κάποιο χαρακτηριστικό τους που φυλάκισε έστω και στιγμιαία τη ματιά μας. Ίσως το χαμόγελό τους, η θλιμμένη ματιά τους ή το γεμάτο αυτοπεποίθηση βάδισμά τους που μπορεί να αντικατοπτρίζει μια απροσδιόριστη εσωτερική σιγουριά και δύναμη. Ενώ φαινομενικά τους προσπερνάμε αυτούς τους άλλους, την ίδια στιγμή μέσα μας κάτι διακινείται. Μια σπινθηροβόλα αίσθηση, μια γλυκιά ή και πικρή ανάμνηση, μια αδιόρατη πράξη πραγματοποιείται και αυτοί οι περαστικοί γίνονται αμέσως ένα κομμάτι μας. Ή πυροδοτούν ένα κομμάτι μας. 
    Οι άνθρωποι έχουμε την τάση να επιμένουμε ακούσια συνήθως να σχολιάζουμε, να παρατηρούμε ή να κρίνουμε τους άλλους και τα άλλα ερεθίσματα, αποφεύγοντας ή μη γνωρίζοντας πώς αυτά τα άλλα τα εξωτερικά ερεθίσματα σχετίζονται με εμάς. Εισερχόμαστε μέσα στις σχέσεις και προβληματιζόμαστε από τις συμπεριφορές των άλλων. Ενοχλούμαστε απο εκείνα τα χαρακτηριστικά που στην αρχή περνούσαν απαρατήρητα και μόνο τα άλλα τα θαυμαστά και ιδανικά αιχμαλώτιζαν την προσοχή μας, προσφέροντάς μας ένα ανείπωτο ενθουσιασμό και ένα σχεδόν εκστατικό θαυμασμό. Μόλις προσεγγίσω λίγο περισσότερο τον Άλλο, η ματιά μου μεταβάλλεται. Από τον παθιασμένο ενθουσιασμό, από την ενθουσιώδη αγωνία και απόρια του πόσο γεμάτος φαίνεται αυτός ο άλλος, μεταπηδάμε στη στείρα επίκριση και την ξηρή λογοκρισία της αφέλειάς του, της τεμεπελιάς του, της ακαταστασίας του και όλων εκείνων των στοιχείων που δεν είχαμε παρατηρήσει. 
    Μόλις αρχίσουν και γίνονται φανερά όλα αυτά για τα οποία η προσοχή μας δεν ήταν ενεργοποιημένη, στρέφουμε το φακό μας ακόμη περισσότερο προς τα έξω. Ενώ στην αρχή λοιπόν, κοιτούσαμε και νιώθαμε θαυμασμό για όλα εκείνα τα ωραία, τα εξειδανικευμένα, στη συνέχεια αναπτύσσουμε μια όλο και μεγαλύτερη ευαισθησία στον εντοπισμό των αρνητικών. Μεγεθύνουμε κάθε τι αρνητικό, υποτιμάμε καθε τι που στην αρχή μας είχε ελκύσει το ενδιαφέρον και χρωματίζουμε με φαιό χρώμα κάθε λεπτή και αδιόρατη κίνηση και πρόθεση του άλλου. Γινόμαστε κομιστές συγκρούσεων, ευαγγελιζόμαστε όλο και περισσότερο το δόγμα πιο καλή η μοναξιά, και φτάνουμε να πιστεύουμε βαθιά στα σπλάχνα μας πώς ο πόνος είναι αναπόσπαστο κομμάτι των σχέσεων οπότε καλύτερα να μείνουμε μόνοι σε μια κοινωνία που ρένει με επαίνους τους μοναχικούς καβαλάρηδες. Μια κοινωνία που διαφεντεύει τον άνθρωπο, δείχνοντάς του τον άλλο και κρύβοντας του το δρόμο για τη προσωπική ανακάλυψη. 
    Νιώθει κανείς μοναξιά σε αυτή τη κοινωνία. Εντέχνως φυλακίζεται μέσα σε στείρες αντιλήψεις για το πώς θα έπρεπε να είναι τα πράγματα, για το πώς θα έπρεπε να είναι οι σχέσεις. Διαφημίζοντας τον έρωτα και το πάθος, προσφέροντας δραματικούς στίχους και σενάρια σε κινηματογραφικά και διαδικτυακά θεάματα, δημιουργώντας αιθέριες εικόνες ιδανικών Άλλων και αλληλεπιδράσεων, παγιδευόμαστε μέσα σε μη ρεαλιστικές προσδοκίες και εξειδανικευμένες εικόνες που απέχουν από τη πραγματικότητα, όχι γιατί η πραγματικότητα είναι σκληρή αλλά γιατί η πραγματικότητα χρειάζεται κόπο αν πρόκειται να πει κανείς άξιζε αυτό που έκανα τον κόπο μου και την ενέργειά μου. 
  Μέσα σε αυτή τη κοινωνία λοιπόν και μέσα σε αυτή τη πραγματικότητα αναρωτιέμαι πώς βρίσκω τον Άλλο? Ποιός είναι αυτός ο Άλλος? Αυτό το έρωτημα γεννά ένα μειδίαμα στα χείλη και φτιάχνει έναν αναστοχασμό. Την ίδια στιγμή κάνει στην άκρη αυτό το τρομακτικό αίσθημα που πυροδοτείται από όλα εκείνα τα ευφάνταστα κείμενα και τις ευφάνταστες λεζάντες που θέτουν πάντα προ των πυλών τα επίθετα της τοξικότητας, της αχρειότητας και της διπροσωπίας, που συχνά σκοπό έχουν να προστατέψουν αλλά την ίδια στιγμή απομακρύνουν. Απομακρύνουν από τους άλλους αλλά και από τον ίδιο τον εαυτό (όπως και αν θα μπορούσε να οριστεί αυτή η έννοια). 
    Επιστρέφω για λίγο σε όλους εκείνους τους περαστικούς. Με τους περαστικούς δεν συνάπτουμε σχέσεις και αρα δεν μπορούμε να βρούμε κάτι δικό μας σε αυτούς. Αυτή κατά τη γνώμη μου, είναι μια ψευδής πεποίθηση που απομακρύνει όλο και πιο πολύ τους ανθρώπους. Απομακρύνει τον άνθρωπο από την ίδια τη ζωή. Είμαστε φερμένοι σε ένα κόσμο ο οποίος διαρκώς κινείται και αλληλεπιδρά είτε το θέλουμε είτε όχι. Η κίνηση και η αλληλεπίδραση με τον άλλο, καθώς και ό,τι μέσα μας διακινείται είναι αναπόφευτκο. Μέσα από αυτή τη κίνηση και μέσα από την επίγνωση αυτού που συμβαίνει μέσα μας όταν διασταυρωνόμαστε με τους άλλους, υπάρχει η δυνητική πιθανότητα να βρω τον άλλο γνωρίζοντας ποιος είμαι εγώ. Και ίσως εν τέλη αυτός ο Άλλος να είμαι εγώ ο ίδιος. 
      Για κάθε περαστικό που απέστρεψα το βλέμμα μου, έχασα ένα ερώτημα που θα μπορούσα να είχα θέσει στον εαυτό μου. Ίσως ακόμη ακόμη να έχασα την ευκαιρία να συνάψω ένα δεσμό και μια σχέση που μόνο να με βοηθήσει να μάθω θα  μπορούσε. Η ίδια η αποστροφή του βλέμματος μου, βάζει ένα ερώτημα. Τι με έκανε να αποστρέψω τη ματιά μου? Άμεσως ανοίγεται μπροστά μου μια επιλογή. Είτε να υπακούσω στην αυτόματη τάση μου να κατηγορήσω τον άλλο, το περαστικό ή τις συνθήκες, τη κοινωνία, τη μιζέρια, τη φτωχοποίηση τη καπιταλιστική κρίση είτε να αναλάβω ελεύθερα την ευθύνη της πράξης μου και να απαντήσω με τόλμη, περιέργεια και φόβο σε τούτο το ερώτημα, που μπορεί να με φέρει πιο κοντά στην ανακάλυψη μιας δικής μου αθέατης μέχρι πρότινος πτυχής.   
    Βρίσκουμε τους άλλους μέσα απο μας και βρισκουμε εμας μέσα από τους άλλους. Δε χρειάζεται να βυθιστώ αμέσως στις βαθιές αλήθειες της ζωής ή να βουλιάξω στην αποξένωση για να βρω τον άνθρωπο. Χρειάζεται μόνο να εμπλακώ ενεργά, με επαγρύπνιση για τις συναισθηματικές μου αντιδράσεις και τις νοητικές μου δραστηριότητες στην επαφή μου με τους άλλους. Δε χρειάζεται να αποκελιστώ, χρειάζομαι περισσότερη ανοιχτότητα και περιέργεια και αγνό ενδιαφέρον. Μέσα από αυτή τη διαδρομή μπορώ να προσεγγισώ περισσότερο την ανθρώπινη φύση και να γδυθώ των προκαταλήψεων που έθρεψα. Να δοκιμάσω νέες ιδέες και να ανοίξω τα μάτια μου και να κοιτάξω με αυτά τα ίδια μονοπάτια που μπορεί να ντυθούν με διαφορετικά ενδύματα αν επιλέξω νέους φακούς όρασης. 

Σχόλια