Η νοητική Νάρκη του "Πρέπει να αποδώσω τα μέγιστα"

    

    

Ενώ οι άνθρωποι της σύγχρονης κοινωνίας έχουμε μια αυξημένη πρόσβαση στην κατανάλωση κάθε είδους πραγμάτων από "πλούσιο" περιεχόμενο στα socia media ως "άνετες" διακοπές σε κυκλαδίτικους καλοκαιρινούς προορισμούς και άλλα μέρη ανά την υφήλιο, παρατηρείται διαρκώς στο δρόμο, στην αγορά, σε ποικίλα κοινωνικά πλαίσια- όπως για παράδειγμα σε ακτιβιστικούς χώρους και άλλες πιο ψυχαγωγικές δράσεις- μια τεταμένη ατμόσφαιρα, νευρικότητα, βωμολοχίες, έλλειψη σεβασμού για το διπλανό μας, έκπτωση της αλληλεγγύης και ένα φουσκωμένο "Εγώ". Την ίδια στιγμή, μαζί με αυτό τον στραμμένο προς τα έξω θυμό και την οργή, μερικοί άνθρωποι βιώνουν και αισθήματα εξάντλησης, κόπωσης και δυσαρέσκειας, θλίψης και άγχους. Πώς γίνεται ενώ η πρόσβαση σε ένα ευρύ πεδίο υλικών αντικειμένων είναι ευκολότερη, να διαιωνίζουμε αισθήματα δυσαρέσκειας και να διατηρείται το αίσθημα του "ανικανοποίητου"; Τι συμβαίνει και ο πήχης τίθεται διαρκώς όλο και ψηλότερα; Από ποιόν ή τι καθορίζεται η επίτευξη όλο και υψηλότερων στόχων και η τοποθέτηση όλο και πιο υψηλών προσδοκιών; Σταματάει ποτέ ο αγώνας εκπλήρωσης των ανελαστικών και υπερβολικών προτύπων που οι άνθρωποι στις σύγχρονες κοινωνίες θέτουν; 
    Κατά τη γνώμη μου ο όρος "σύγχρονος-η", δεν αποτελεί μια μονοδιάστατα θετική έννοια. Όπως άλλωστε και όλοι οι χαρακτηρισμοί μιας εποχής ή μιας κατάστασης, δεν μπορούν να αξιώνουν μια μονόπλευρη κατηγοριοποίηση. Ανακαλώ μια ταινία του Woody Allen το Midnight in Paris, (2011), όπου αναδεικνύεται σε ένα βαθμό η λαχτάρα του ανθρώπου για να ζει συχνά, κάτι άλλο ή σε μια διαφορετική εποχή από αυτή στην οποία βρίσκεται, διότι πάντα το μη κατακτημένο, αυτό που δεν έχει βιώσει αλλά έχει μόνο ακουστά, τον ελκύει. Δεν το αναφέρω σαν μια στάση "αίτιου- αιτιατού" (δεν εχω ζήσει στη nouvelle vague και γι' αυτό το λόγο με ελκύει), αλλά περισσότερο σαν μια τάση να επιθυμούμε αυτό που δεν έχουμε. Η ανθρώπινη κοινωνία μοιάζει να είναι ήδη από πολύ νωρίς θεμελιωμένη στην αξία του "έχειν" και λιγότερο στην αξία του "είμαι". Γι' αυτή τη διάκριση έχει γράψει ένα ολόκληρο βιβλίο ο Erich Fromm, με τον τίτλο Να έχεις ή να είσαι, στο οποίο αναλύει πώς ο πρώτος τρόπος ύπαρξης- το να έχω- οδηγεί σε ένα ανεξάντλητο εγωισμό και φόβο μήπως και χάσει ο άνθρωπος αυτά που κατέχει ή νομίζει ότι έχει, ενώ ο δεύτερος τρόπος ύπαρξης- το να είμαι- οδηγεί προς την ελευθερία, την ανεξαρτησία και τη δημιουργική αγάπη. Φυσικά πολλοί ακόμη έχουν αναλύσει τις δύο διαφορετικές στάσεις ζωής, όπως οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι και πιο σύγχρονοι όλων όπως ο Χ. Μπουκάϊ και άλλοι.
    Παρατηρείται συχνά το φαινόμενο να συγχέουμε αυτά που "έχουμε" με αυτά που "είμαστε". Όταν αναφέρω "'έχουμε" δεν εννοώ αποκλειστικά την κατοχή υλικών αγαθών αλλά και την κατοχή άλλων πιο αφαιρετικών εννοιών όπως "δύναμη, εξουσία, γνώση, επίδοση, την αίσθηση του αυτοδημιούργητου, φήμη". Ο Han Byung- Chul, στο βιβλίο του Η κοινωνία της Κόπωσης, (2015), λέει: Η υπερβολική εργασία και επίδοση οξύνονται και καταλήγουν να γίνουν αυτο-εκμετάλλευση, η οποία είναι αποτελεσματικότερη της εκμετάλλευσης από τρίτους γιατί συνοδεύεται από ένα αίσθημα ελευθερίας. Εκμεταλλευτής και εκμεταλλευόμενος είναι ένα και το αυτό πρόσωπο. Θύτης και θύμα το ίδιο.      
    Λίγο καιρό πριν "έπιασα" τον εαυτό μου να διακατέχεται από μια απροσδιόριστη ένταση. Ένιωθα τους μύες του σώματος μου τεταμένους, μια ατίθαση ενέργεια κάλπαζε απ' άκρη σ' άκρη του κορμιού μου, οι κινήσεις μου ήταν νευρικές και σχεδόν αδυνατούσα να πειθαρχήσω σε ένα μέρος του εαυτού μου, που έλεγε "χρειάζεσαι να ηρεμήσεις". Έχοντας προγραμματίσει τον οργανισμό μου να εργάζεται σε περισσότερα από ένα πλαίσια και να είναι διαρκώς ενεργοποιημένος, λίγο καιρό αργότερα, αφότου αντιλήφθηκα ότι οι ρυθμοί άρχισαν να φθίνουν, ένιωσα αυτή την ένταση. Η μείωση των ρυθμών εργασίας, αποτέλεσε ένα ερέθισμα ώστε να ενεργοποιηθεί μια βαθιά υποκειμενική πεποίθηση που λέει "πρέπει να αποδίδω διαρκώς, πρέπει να κάνω όλο και περισσότερα, η παύση δεν επιτρέπεται". Αισθανόμουν πίεση, εξάντληση και δυσαρέσκεια. Ενώ έχουν εκπληρωθεί στόχοι και πράγματα τα οποία ανταποκρίνονται σε ρεαλιστικές απαιτήσεις και υποχρεώσεις, ακόμη νιώθω μια αίσθηση πίεσης να ανταποκριθώ σε ακόμη περισσότερα πράγματα θεωρώντας όσα μέχρι τώρα έχουν πραγματοποιηθεί δεδομένα και εντός του εύρους των απαιτήσεων που είχαν τεθεί. 
    Η παραπάνω περιγραφή είναι μόνο μια έκφραση του "νοητικού ναρκοπέδιού" που λέει ότι "πρέπει κανείς να αποδίδει τα μέγιστα". Φυσικά αυτή η πεποίθηση δεν είναι μια καθολική πίστη ούτε αποτελεί ένα καθολικό νόημα, ωστόσο έχει διάφορες εκφορές. Συνήθως αναπτύσσεται ως ένας τρόπος να νιώθει κανείς επιτυχημένος, "καλύτερος", κοινωνικά αναγνωρισμένος, να έχει και να διατηρεί φήμη. Μπορεί επίσης να είναι ένας τρόπος αποφυγής της επίκρισης. Συνήθως άνθρωποι που διατηρούν παρόμοιες πεποιθήσεις και θεωρούν ότι "πρέπει κανείς να πασχίζει διαρκώς για την εκπλήρωση του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος" μπορεί να υποφέρουν από "αδυναμία" ξεκούρασης, έλλειψη της ικανότητας να απολαύσουν τα πράγματα που έχουν καταφέρει, αδυναμία απόλαυσης των διαπροσωπικών σχέσεων, διάχυση των ανελαστικών προτύπων τους και στις σχέσεις τους με τους άλλους- με άλλα λόγια γίνονται υπερεπικριτικοί όχι μόνο προς τον εαυτό τους αλλά και προς τους άλλους- έκπτωση της σωματικής και ψυχικής ευεξίας, θυσιάζουν την ευχαρίστηση για χάρη της επίτευξης και διάφορα σύνδρομα σχετιζόμενα με το άγχος.  
    Είναι εντυπωσιακό ότι ένα από τα χαρακτηριστικά αυτής της "νοητικής νάρκης" είναι ο ατελέσφορος αγώνας στον οποίο το άτομο υποβάλλεται. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, το άτομο καθώς βιώνει αισθήματα ανικανοποίητου, θεωρεί ότι αυτά που έχει επιτύχει μέχρι εκείνο το σημείο, δεν είναι παρά φυσιολογικές- ρεαλιστικές απαιτήσεις, στις οποίες κάθε άνθρωπος ανταποκρίνεται. Πιστεύει ότι τα πρότυπα που διατηρεί, ανταποκρίνονται στο μέσο όρο και συνεπώς έχοντας εσωτερικεύσει τόσο υψηλά standards, κρίνει με τρόπο υποτιμητικό και επικριτικό τις δικές του επιτυχίες, θεωρώντας ότι πάντα υπάρχει κάτι περισσότερο το οποίο μπορεί να κάνει. Πολλές φορές αυτό το "κάτι περισσότερο", είναι απροσδιόριστο, με δυσκολία αρθρώνεται σε λέξεις καθώς οι σκέψεις και οι εικόνες γύρω από αυτό μπορεί να είναι τόσο συγκεχυμένες ώστε το άτομο ωθείται σε ένα διαρκή ανεξάντλητο αγώνα, σε μια πορεία η οποία, ακόμη και όταν έχει ολοκληρωθεί, ένας άλλος στόχος θα έρθει να καλύψει τη παύση προτού καλά καλά, συνειδητοποιήσει το άτομο ό,τι έχει καταφέρει.   
    Ορισμένα από τα πλεονεκτήματα αυτής της πεποίθησης είναι ότι το άτομο μπορεί να είναι αποτελεσματικό και να ανταποκρίνεται σε ό,τι του ανατίθεται, "λαμβάνει" κοινωνική αναγνώριση και θαυμασμό, συναναστρέφεται εντός ενός κοινωνικού πλαισίου το οποίο θαυμάζει, "χαίρει" της εμπιστοσύνης των άλλων. Τα πλεονεκτήματα αυτά μπορεί σε κάποια φάση της ζωής του, να το εξυπηρέτησαν και να βοήθησαν το άτομο να υπερβεί κάποια εμπόδια εντός του οικογενειακού ή κοινωνικού του περίγυρου. Η ανάπτυξη αυτής της πεποίθησης ίσως έδωσε στο άτομο κατά την παιδική του ηλικία ένα τρόπο να κερδίσει την αποδοχή, την αγάπη και την αναγνώριση από τους γονείς και την οικογένεια. Αν ειδικά το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε ήταν ένα περιβάλλον, στο οποίο επικρατούσαν παρόμοιες πεποιθήσεις ή η αποδοχή του παιδιού εξαρτιόταν από όρους επιτυχίας, τότε τέτοιου είδους πεποιθήσεις μπορεί να ήταν αρωγοί στην ανάπτυξη του παιδιού με ένα τρόπο ώστε να ικανοποιήσει πολύ βασικές συναισθηματικές του ανάγκες, αναγνώριση, αγάπη, φροντίδα, αποδοχή καταπιέζοντας άλλες σημαντικές πλευρές του όπως η ξεκούραση, η ελεύθερη αυτο-έκφραση. 
    Ενώ όμως για μια δεδομένη φάση της ζωής του, αυτές οι πεποιθήσεις μπορεί να ήταν χρήσιμες, σε μια άλλη φάση φαίνεται να αποτελούν εμπόδια εις βάρος της υγείας του και των διαπροσωπικών σχέσεων. Ορισμένα από τα εμπόδια με τα οποία μπορεί να έρχεται αντιμέτωπο μπορεί να είναι ψυχαναγκαστικά συμπτώματα, έντονο και διάχυτο άγχος σε ένα ευρύ φάσμα του κοινωνικού πεδίου όπως εργασία, ακαδημαϊκός τομές ή και διαπροσωπικές σχέσεις, φυσιολογικά συμπτώματα όπως σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, έλλειψη απόλαυσης, απουσία και αίσθηση ανικανότητας ανάπαυσης και ξεκούρασης, υπερεπικριτικότητα προς τον εαυτό και τους άλλους, δυσκολίες στις συντροφικές σχέσεις, απουσία ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων και μειωμένη αυτοφροντίδα. Σε παρόμοιες περιπτώσεις η πεποίθηση "πρέπει να αποδίδω τα μέγιστα", μετατρέπεται σε μια νοητική νάρκη, την οποία το άτομο έχει πατήσει και αναπαράγει αδυνατώντας πολλές φορές να αναγνωρίσει εξαιτίας των θετικών ανταμοιβών που μπορεί να "απολαμβάνει". 
    Τα παραπάνω πλεονεκτήματα διαιωνίζουν την πεποίθηση αυτή. Η απόκτηση όλων αυτών των αγαθών χάρη στη κοπιαστική και διαρκή προσπάθεια του ανθρώπου, η "απόλαυση" της κοινωνικής αναγνώρισης και η πολυδαίδαλη "διαφήμιση" τέτοιων προτύπων στα social media, στις διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις, συμβάλλουν εντατικά στην καλλιέργεια αυτού του μοτίβου σκέψης. Ο άνθρωπος καλλιεργεί πολλές φορές την ψευδή αίσθηση της επιτυχίας, μετατρεπόμενος πολλές φορές σε ανδρείκελο πεποιθήσεων που ενισχύουν το "έχειν" και υπονομεύουν το "είναι". Το "είναι" συγχέεται με το "έχειν", και η οποιαδήποτε σχετική αποτυχία, αδυναμία εκπλήρωσης στόχων εξαιτίας μεταβλητών που βρίσκονται έξω από το άτομο, οδηγεί σε εντατικοποίηση των προσπαθειών, burn out, κατάθλιψη και σκέψεις ανεπάρκειας, ανικανότητας, αποτυχίας και αναξιότητας. 
    Οι πεποιθήσεις αυτές, μπορεί να ενεργοποιούνται κάθε φορά που φτάνει κάποιος σε ένα σημείο ολοκλήρωσης μιας περιόδου ή ενός "project". Δεν σημαίνει ότι ενεργοποιούνται μόνο τότε βέβαια όπως δεν σημαίνει και ότι αυτές οι πεποιθήσεις είναι απαραίτητα στοιχεία παθολογίας. Στην ακραία τους μορφή μπορεί πράγματι να οδηγήσουν σε παθολογικά κλινικά συμπτώματα, όπως αυτά που αναφέρονται προηγουμένως. 
    Σε όποια μορφή όμως και αν εμφανίζονται τέτοιο είδους νοητικές νάρκες, μπορεί να αποτελέσουν ένα πεδίο διερεύνησης και ευκαιρίας να γνωριστούμε καλύτερα. Να ανακαλύψουμε από που προέρχονται, που μας εξυπηρέτησαν στο παρελθόν, που μας χρειάστηκαν, αν είναι ακόμη το ίδιο χρήσιμες, που μας δυσκολεύουν σήμερα και να ανοίξουμε ένα εποικοδομητικό διάλογο με την επικριτική μας φωνή, χωρίς παρωπίδες, με ενδιαφέρον για γνωριμία και ευγένεια προς τον εαυτό μας. 


ΠΗΓΕΣ:

  • J. Young & J. Klosko: Ανακαλύπτοντας ξανά τη ζωή σας, (2023)
  • Han Byung- Chul: Η κοινωνία της κόπωσης, (2015)
  • Erich Fromm: Να έχεις ή να είσαι, (2016)

    
    
     

Σχόλια