Η δυσκολία να πω "όχι" σε αγαπημένους

     



    Υπάρχει ένα εξαιρετικό φιλοσοφικό έργο του Μπιουνγκ- Τσουλ Χαν, με τίτλο Η κοινωνία της κόπωσης. Ο Χαν περιγράφει τη σύγχρονη κοινωνία όπου ο άνθρωπος στη μεταμοντέρνα εργασιακή ζωή βρίσκεται διαρκώς αντιμέτωπος με τον ίδιο του τον εαυτό. Δεν έχει πλέον ένα κεφάλαιο να τον εξαναγκάζει να εργαστεί και να παράγει περισσότερο από όσο μπορεί ή χρειάζεται, αλλά αποτελεί ο ίδιος μέσα σε ένα καθεστώς προσωπικής ψευδο-ελευθερίας το αφεντικό του εαυτού του, αυτοεκμεταλευόμενος για να αυξήσει την επίδοσή του. Λέει ο Χαν το επειδοσιακό υποκείμενο βρίσκεται σε ανταγωνισμό με τον εαυτό του και υποκύπτει στον ολέθριο εξαναγκασμό να πρέπει συνεχώς να τον υπερβαίνει.     

     Με αφορμή τη φράση αυτή του Χαν, με την οποία κλείνω τη πρώτη παράγραφο, σκέφτομαι ποιοί είναι αυτοί οι άνθρωποι που μεγαλώνουν σε έναν ανταγωνισμό με τον εαυτό τους; Μήπως είμαι κι εγώ αυτός; Τι χαρακτηρίζει αυτούς τους ανθρώπους; Τι περνάει απ' το νου τους; Πώς αισθάνονται; Πώς είναι οι σχέσεις τους με τους κοντινούς τους; Τι είδους αλληλεπιδράσεις διαμορφώνουν με τους γύρω τους; 

    Όταν ήμουν μικρός, συγκέντρωνα σχετικά καλές επιδόσεις στο σχολείο. Ήμουν το αγαπήμενο παιδί μιας δασκάλας στο δημοτικό, η οποία ήταν για 'μένα μια σημαντική επιδραστική φιγούρα και παρά το ότι ήμουν άτακτος και τζαναμπέτης δεν έχανα την συμπάθειά της και την ενθάρρυνσή της. Συμμετείχα σε γυμναστικές επιδείξεις, προπονούμουν στην ενόργανη γυμναστική γιατί ήμουν ιδιαίτερα δραστήριος στο σπίτι και μεγαλώνοντας άλλαξα "αθλητική καριέρα" και μεταπήδησα από την ενόργανη στο στίβο και συγκεκριμένα στις μεγάλες αποστάσεις. Σε όλα αυτά υπήρχε εγγενώς, ρητά ή άρρητα η έννοια της επίδοσης. Έπρεπε να κάνω κάποιες καλές ασκήσεις εδάφους, έπρεπε να είμαι καλός μαθητής για να αντισταθμίζω τις τζαναμπετιές μου και να απολαμβάνω την συμπάθεια των δασκάλων, να τρέχω γρήγορα και να υπερβαίνω πολλές φορές τον ίδιο μου τον εαυτό και τις ίδιες μου τις δυνάμεις. Δεν ήταν και πολύ δύσκολο να αναπτύξω την πεποίθηση ότι "Μπορώ να είμαι μέσα σε όλα- Πρέπει να πετυχαίνω διαρκώς και σε όλα". Ωραίες πεποιθήσεις για να αισθάνομαι αρκετό άγχος διαρκώς και να είμαι αρκετά εξοικειωμένος μαζί του ώστε για πολλά χρόνια να μην με ενοχλεί και μάλιστα να μην το καταλαβαίνω.  

    Η κοινωνία μας πλέον επιτάσσει με πολλούς τρόπους την υπέρβαση των δυνάμεων μας. Έχοντας περάσει από την εποχή του θρησκευτικού, δογματικού νόμου "τίμα την μητέρα σου και τον πατέρα σου"- παρά το γεγονός ότι βλέπουμε αρκετού τύπου φονταμεταλιστικές δράσεις στη σύγχρονη κοινωνία που μπορεί να θυμίζουν μεσαιωνικές πρακτικές- και έχοντας βρεθεί στην τυραννία του "do it for your self",  απομειώνοντας το συλλογικό αίσθημα και ροκανίζοντας αξίες όπως εκείνες που αφορούν την κοινότητα, όλο και πιο συχνά οι άνθρωποι ταλανίζονται από ακραία συμπτώματα άγχους, κατάθλιψης και ανάμεικτα. 

    Αισθάνομαι ότι συχνά υπάρχει μια σύγχυση ανάμεσα στις επιθυμίες και τις κοινωνικές και οικογενειακές επιταγές όπως αυτές κληρονομούνται με τα χρόνια. Οι ταχύτητες της ζωής και οι απαιτήσεις της, όπως αυτές συμβαίνουν στο μεταμοντέρνο κόσμο, δεν αφήνουν περιθώρια να μεταβολιστούν οι αλλαγές που συντελούνται. Βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή, όπου η τεχνητή νοημοσύνη έχει πλέον εισέλθει στη ζωή μας, αλλά την ίδια στιγμή νιώθω ότι είμαστε ευτυχώς άνθρωποι που παλεύουν ευτυχώς/ δυστυχώς με τις δυσκολίες της μετάβασης και της απαρτίωσης του εαυτού τους. 

    Εκείνο που επιθυμώ για 'μένα, μπορεί να μην συμπίπτει με εκείνο που επιθυμεί ο σύντροφός μου. Ενώ λοιπόν εγώ επιθυμώ να επισκεφτώ τους γονείς μου εκείνος-η, επιθυμεί να ξεκουραστεί, ή να βγει με τους φίλους του. Οι επιθυμίες του-της, συγκρούονται με τα κληρονομημένα πρέπει, με τη παράδοση που κουβαλάμε όλοι λίγο πολύ μέσα μας και αισθάνεται μια εσωτερική πίεση, εκνευρισμό και ένταση. Αποφασίζει τελικά να έρθει μαζί μου στο οικογενειακό τραπέζι αλλά καθ' όλη τη διάρκεια του τραπεζιού, ασχολείται νευρικά με το κινητό του, φυσάει και ξεφυσάει, κοιτάζει το ρολόι του και χαμογελάει αμήχανα κάθε φορά που του απευθύνεται ο λόγος.  Στο τέλος καταλήγουμε να είμαστε και οι δυο καταπονημένοι και σκυθρωποί. 

    Όταν βλέπω τις σχέσεις μου μέσα από τους φακούς της επίδοσης σε εσωτερικευμένα πρότυπα, όταν δηλαδή σκέφτομαι ότι για να είμαι καλός σύντροφος χρειάζεται να ανταποκριθώ στις προσδοκίες του άλλου, οι οποίες όμως εκείνη τη στιγμή δεν συμπίπτουν με τις δικές μου ανάγκες και επιθυμίες, τότε δεν θα περάσουμε καλά. 

    Όταν οι επιλογές μου βασίζονται σε εσωτερικευμένα πρότυπα και άκαμπτους κανόνες, ακόμη και αν θέλω να πιστεύω ότι είμαι ελεύθερος στη πραγματικότητα δεν είμαι παρά ο άνθρωπος του Χαν. Ένας άνθρωπος που υποκύπτω στον ολέθριο εξαναγκασμό να υπερβώ τον εαυτό μου, τις επιθυμίες μου και τις ανάγκες μου. Να σημειώσω μια ακόμη καλή επίδοση. 

    Το να συνδιαλλαγώ με τον εαυτό μου, όχι αποκλείοντας αλλά περιλαμβάνοντας όλες τις φωνές, εκείνες που απαντούν στη παράδοση και που θέλουν να μαζευτούμε όλοι μαζί στο οικογενειακό τραπέζι, τις φωνές που θέλουν να υπηρετήσουν τις ανάγκες μου και τις επιθυμίες μου, εκείνες τις φωνές που αναρωτιούνται τι είναι σημαντικό για 'μένα αυτή τη στιγμή, αυτός ο εσωτερικός διάλογος μπορεί να με οδηγήσει να πάρω μια απόφαση περισσότερο απαλλαγμένη από το άγχος και το θυμό των επιβεβλημένων πρέπει. 

    Το "όχι" που μπορεί να αποφασίσω να πω στη πρόσκληση για ένα τραπέζι στο-η σύντροφό μου, δεν σημαίνει ότι θα είναι απαραίτητα και καλοδεχούμενο από εκείνον-η. Συχνά οι άνθρωποι δυσαρεστούμαστε όταν ακούμε τους άλλους να μας λένε "δε θέλω, όχι, δεν το προτιμώ". Δυσκολευόμαστε λοιπόν, κρίνοντας συχνά "εξ ιδίων τα αλλότρια", να αρνηθούμε να εκπληρώσουμε μια επιθυμία του Άλλου. Άλλοτε ο φόβος του πώς θα αντιδράσει, ίσως η αμηχανία και η δυσκολία να αντέξουμε τη δυσαρέσκειά του ή και η ντροπή για το ότι θα κριθούμε αρνητικά σε μια αρνητική πρόταση, επιβαρύνει επιπλέον τα συναισθήματά μας.  

    Η επιδοσιακή θέαση της ζωής, η επαφή με τους άλλους μέσα από το πρίσμα της επίδοσης και της εκπλήρωσης ενός task ή ενός project, είναι θέματα που ανακύπτουν μέσα σε ψυχοθεραπευτικές συνεδρίες. Το να μπορώ να κάνω τα πάντα και πάντοτε είναι μια πεποίθηση η οποία μπορεί να ήταν χρήσιμη κάποτε. Μπορεί να μετατράπηκε σε ένα κανόνα που συνέβαλε στο μεγάλωμά μου και με προστάτευσε από κάποιες φανταστικές ή ρεαλιστικές συνέπειες στο παρελθόν. Σήμερα όμως το να μπορώ να κάνω τα πάντα και πάντοτε, χωρίς να λέω όχι ποτέ και σε τίποτα, χωρίς να ενορχηστρώνω έναν εσωτερικό και αναστοχαστικό διάλογο, και να ανακαλύπτω τις ανάγκες μου και τις επιθυμίες μου, με φέρνει όλο και πιο κοντά στη δυσαρέσκεια και την ψευδαίσθηση της ελευθερίας και ροκανίζει τα θεμέλια των κοντινών μου σχέσεων. 

Ερωτήματα:

Σε ποιούς τομείς της ζωής σου δυσκολεύεσαι να πεις "όχι"; 

Σε ποιές σχέσεις σου το "όχι" προξενεί δύσκολα συναισθήματα; 

Πότε ήταν η τελευταία φορά που είπες "όχι" σε μια πρόσκληση; 

Πώς αισθάνεσαι όταν λες "όχι"; 

Τι πιστεύεις για τον εαυτό σου ότι θα συμβεί αν πεις "όχι", τι πιστεύεις για τους Άλλους; 


Πηγές έμπνευσης:

  • Μπιουνγκ- Τσουλ Χαν, Η κοινωνία της επίδοσης, εκδ.opera
  • Νedra Tawaab, newsletter. Declining an Invitation without ending a relationship


Σχόλια