Όταν ήμουν μικρός περίμενα τον ερχομό των καλοκαιρινών διακοπών με μεγάλη προσμονή. Αδημονούσα να κλείσουν τα σχολεία και να έρθει εκείνο το πρώτο σαββατοκύριακο της φυγής μας από την πόλη και της θερινής μας ραστώνης στο χωριό. Συνήθως έφευγα με τον πατέρα μου και τον αδερφό μου και λίγες μέρες ή βδομάδες μετά ερχόταν και η μητέρα μας.
Ένας από τους σημαντικότερους λόγους που περίμενα με τόσο μεγάλη ανυπομονησία να πάω στο χωρίο μου ήταν επειδή εκεί είχα το ποδήλατό μου. Οι γονείς μου αρνούνταν σθεναρά και σταθερά να πάρουμε το ποδήλατο στη πόλη το χειμώνα από φόβο μήπως ξεμυαλιστώ και δεν κάνω τα μαθήματά μου αλλά και από την ανησυχία τους για τις διαδρομές της πόλης.
Θυμάμαι ένα καλοκαίρι, ήταν μεσημέρι. Είχε καύσωνα που δεν έμοιαζε με αυτούς της τελευταίας πενταετίας αλλά ο ήλιος έκαιγε το τσιμέντο και στέγνωνε τα χώματα του κήπου. Στο χωριό είχα την ελευθερία να κάνω ό,τι θέλω μέσα στη μέρα αρκεί να ήμουν ήσυχος για να μην ξυπνήσω τους γονείς μου από το μεσημεριανό ύπνο. Έτσι ένα μεσημέρι αποφάσισα να πάρω το ποδήλατο και να βγω μέσα στο καυτό λιοπύρι να περιπλανηθώ. Σα παιδάκι ήμουν απαλλαγμένος από τον καθωσπρεπισμό της ενδυμασίας. Φορούσα ένα σορτσάκι και αθλητικές παντόφλες. Ο κορμός μου ήταν γυμνός ένεκα της ζέστης. Ανέβηκα λοιπόν στο ποδήλατο και επιδόθηκα σε κόλπα, κολιές και σούζες, ριψοκίνδυνα κατεβάσματα από απότομες κατηφόρες των οποίων το ανέβασμα υπέμενα προσδοκώντας στην πρόσληψη αδρεναλίνης κατά το κατέβασμα.
Ένα από αυτά τα περίφημα μεσημέρια λοιπόν, βρισκόμουν έξω από το σπίτι, όταν κάνοντας ελιγμούς με το τιμόνι του ποδηλάτου μου, αυτό γύρισε απότομα και έπεσα με τη γυμνή κοιλιά μου πάνω στην αιχμηρή γωνία του, απ' την οποία το προστατευτικό πλαστικό είχε φθαρεί. Έπεσα από το ποδήλατο χτυπώντας το γόνατό μου και σφαδάζοντας ταυτόχρονα από το κάρφωμα του τιμονιού στη κοιλιά μου. Ο πόνος ήταν αφόρητος. Στάθηκα στην άκρη του δρόμου, κουλουριασμένος, λυγισμένος από το οδυνηρό αίσθημα του πόνου στο λιπόσαρκο σώμα μου και με σφιγμένα τα δόντια. Ο ήλιος έκαιγε και απουσίαζε το ίχνος κάθε περαστικού.
Έμεινα για ώρα εκεί, μέχρι να αρχίσει ο πόνος να εξασθενεί. Δεν ζήτησα βοήθεια από κανέναν. Δεν κατέβηκα στους γονείς μου που κοιμόντουσαν, κατάπια τα κλάματά και τα δάκρυά μου, υπέφερα ολομόναχος την επιφανειακή αμυχή του πεσίματος μου και δεν έβλεπα κανέναν περαστικό να έρχεται να μου ρίξει μια ματιά. Παράλληλα με τον πόνο ένιωθα το φόβο ότι θα θυμώσω τους γονείς μου, αν τους ζητήσω βοήθεια γιατί ενώ μπορούσα να κάνω ό,τι θέλω στο χωρίο, οι μεσημεριανές βόλτες με το ποδήλατο δεν ήταν αποδεκτές.
Μοιράζομαι αυτή την ιστορία γιατί ανασύρεται μέσα από τις αποθήκες των αναμνήσεών μου, παρακολουθώντας τις θηριωδίες του Ισραήλ στη Παλαιστίνη. Προφανώς δεν είναι η πρόθεση μου να συγκρίνω. Η πρόθεσή μου είναι να επισημάνω τον πολλαπλασιασμό της οδύνης που επιφέρει η παντελής απουσία και αδιαφορία των Ευρωπαίων, των πολιτών, των δυνατών ή όσων νομίζουν ότι η γενοκτονία αυτή δεν τους αγγίζει.
Η Ισραϊλινή κατοχή, οι επιθέσεις, οι φρικαλεότητες που διαπράττει ο στρατός είναι το πρώτο επίπεδο του τραύματος που βιώνει ο παλαιστινιακός λαός είτε είναι εκτοπισμένος, είτε βρίσκεται στο πεδίο της καταστροφής.
Ο δεύτερος και σκληρότερος επανατραυματισμός είναι η απουσία υποστήριξης, η αδιαφορία, η έλλειψη ενός δυνατού στο πλευρό σου. Η χειρότερη αίσθηση είναι ότι την ώρα που ο θρασύς εκβιαστής σου επιτίθεται δεν έχεις κανέναν να σε στηρίξει. Όλοι οι δυνατοί σιωπούν, αδιαφορούν και ακόμη χειρότερα σιγοψιθυρίζουν απρόθυμα μόνο, ορισμένες εκφράσεις ψευδοστήριξης.
Αυτή η απουσία, ήδη καταγράφεται σε έρευνες τι είδους συνέπειες έχει για τη ψυχική υγεία των ανθρώπων. Το να είναι κανείς ανυπεράσπιστος μπροστά σε ένα δολοφόνο είναι ένας επανατραυματισμός.
Το να είναι κανείς εκτεθειμένος σε μια απειλή για τη σωματική και ψυχική του ακεραιότητα, να βρίσκεται αντιμέτωπος με τον κίνδυνο της απώλειάς της ζωής ή πλευρών της ύπαρξής του είναι μια τραυματική εμπειρία. Το να στρέφει το κεφάλι του δεξιά και αριστερά και να μην βλέπει κανέναν άνθρωπο να τον στηρίξει, να του σφίξει το χέρι, να του κρατήσει το μέτωπο, να δέσει τη πληγή του είναι πολλαπλασιαστικά τραυματικό και επικίνδυνο για το μέλλον της ανθρωπότητας. Γιατί αν σήμερα εν έτη 2025 μπορεί να συντελείται μια γενοκτονία, και οι δυνατοί του κόσμου να κλείνουν τα μάτια, να κάνουν ότι δεν συμβαίνει τίποτα, τότε αντίστοιχες γενοκτονίες μπορεί να συμβούν και σε άλλους λαούς, άλλους πληθυσμούς.
Είναι εξοργιστικό, λυπηρό και οδυνηρό αν ο έχω δύναμη δεν έχει μεγαθυμία, ο έχων δικαιοσύνη δεν είναι τρυφερός, ο έχων οικονομική ισχύ δεν είναι γενναιόδωρος και ο παρατηρητής δεν βλέπει ή κλείνει τα μάτια σε όσα βλέπει.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου